- προιᾶσιν
- προιᾶσιν , προίημιsend forthpres ind act 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προίασιν — προίᾱσιν , πρόειμι 1 ibo go forward pres ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εξείλλω — ἐξείλλω (AM) [είλλω] μσν. ξεφεύγω, γλυτώνω 1. (για κυνηγετικά σκυλιά) ανακαλύπτω («ὑπὸ χαρᾱς καὶ μένους προϊᾱσιν ἐξείλλουσαι τὰ ἴχνη», Ξεν.) 2. εμποδίζω («ἐάν τις ἐξείλλῃ τινά τῆς ἐργασίας, ὑπόδικον ποιεῑ», Δημοσθ.) 3. βγάζω πέτρα από την ουρήθρα … Dictionary of Greek